- ῥωποπερπερήθρα
- ῥωπο-περπερήθρα, ἡ, ([etym.] πέρπερος)A empty braggart talk, Com.Adesp.294 (restored fr. Plu.Dem.9).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ῥωποπερπερήθρα — ῥωποπερπερήθρᾱ , ῥωποπερπερήθρα empty braggart talk fem nom/voc/acc dual ῥωποπερπερήθρᾱ , ῥωποπερπερήθρα empty braggart talk fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ρωποπερπερήθρα — ἡ, ΜΑ χυδαία και ανόητη φλυαρία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ῥῶπος «ψιλικά, ευτελή αντικείμενα» + πέρπερος «λογάς» + επίθημα ήθρα (πρβλ. κολυμβ ήθρα)] … Dictionary of Greek
ῥωποπερπερήθραν — ῥωποπερπερήθρᾱν , ῥωποπερπερήθρα empty braggart talk fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-θρο(ν) — το επίθημα θρο(ν), όπως και το θηλ. θρα, εμφανίζει αρκετά μεγάλη παραγωγικότητα στην Αρχαία, Μεσαιωνική και Νέα Ελληνική. Το θ τού επιθήματος είναι πιθ. τής ίδιας προέλευσης όπως και στα θλο *, θμο *. Πρόκειται για παλαιότατο επίθημα, το οποίο… … Dictionary of Greek
ρωποστωμυλήθρα — ἡ, Α ῥωποπερπερήθρα*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ῥῶπος «ψιλικά + στωμυλήθρα «φλυαρία»] … Dictionary of Greek